Πλήξη σε λούπα


Εκείνο το απόγευμα ευχήθηκε να μη σκεφτόταν τόσο πολύ. Να μην έκανε τόσα όνειρα. Να μην είχε τόσες φιλοδοξίες. Να αρκούνταν. Αλλά δεν μπορούσε. Πόσο αφόρητα βαριόταν! Όπου και να γύριζε το κεφάλι, διαφήμιση. Κατευθυνόμενες ανοησίες που φυραίνουν το μυαλό. Προσπαθούσε να καταλάβει πώς σκέφτονται οι άνθρωποι αλλά εγκατέλειπε την προσπάθεια γρήγορα. Βαριόταν το “φαίνεσθαι” και, αφού πια είχε συνειδητοποιήσει πως δεν μπορούσε να αλλάξει τίποτα στον κόσμο, έμενε παρατηρητής της διαφθοράς. Ηθική και πολιτική διαφθορά ήταν οικείες του εξ απαλών ονύχων. Ώσπου γνώρισε και την ακαδημαϊκή, απομυθοποιώντας ταυτόχρονα το ιδανικό της εκπαίδευσης.

Βαριόταν τον πρόωρο “θάνατο”. Έψαχνε αδιαλείπτως να βρει ανθρώπους που δεν είχαν αδειάσει από ζωή από τα 30. Εκείνους, που θα αποφάσιζαν κατά τη διάρκεια μιας ασήμαντης κουβέντας να πάνε για καφέ στη Ρώμη και θα ξεκινούσαν αμέσως για το αεροδρόμιο. Αν είχαν χρήματα, θα ταξίδευαν business class για την εμπειρία και θα δειπνούσαν στο roof του ξενοδοχείου τρώγοντας σπαγγέτι με θαλασσινά. Αν πάλι δεν είχαν, θα φορτώνονταν ένα μικρό σακίδιο, θα έμεναν σε δύο αστέρων και θα έτρωγαν παγωτό στο κέντρο της πλατείας. Γελώντας.

Εκείνο το απόγευμα συνειδητοποίησε τι ήταν εκείνο που τον ενοχλούσε. Δεν ήταν οι άνθρωποι, δεν ήταν οι τόποι, δεν ήταν οι ανόητοι συλλογισμοί. Αλλά το γεγονός ότι δεν μπορούσε να χωρέσει τις εικόνες που απαιτούσε το μυαλό του σε μια άχρωμη και στενή πραγματικότητα. Το προηγούμενο βράδυ είχε ονειρευτεί ότι αιωρούνταν σε ένα διαστημικό σκάφος με ανοιχτή οροφή και χάζευε το σύμπαν παρέα με δύο αστροναύτες που χειρίζονταν το πηδάλιο.

Και δεν μπορούσε να εξηγήσει στον κόσμο πώς νιώθει κανείς, όταν η τελειοποιημένη πραγματικότητα των άλλων φαίνεται στα μάτια του μια βαρετή λούπα. Δεν είχε δει τις πιο γνωστές ταινίες επιστημονικής φαντασίας αλλά θα μπορούσε να γράψει μερικές από αυτές. Ίσως αυτό να έκανε το μέλλον του λίγο πιο ενδιαφέρον. Βέβαια, ήταν κι εκείνοι οι ακαδημαϊκοί που του είχαν πει ότι δεν μπορούσε να γράψει.

Ήξερε ότι θα έμενε όλο και πιο μόνος. Όταν άρχισε να βλέπει τη φαιά ουσία να καίγεται μαζικά, σε αριθμούς εκατομμυρίων. Παρατηρητής της λοβοτόμησης και της μαζοποίησης προσπαθούσε να ξετρυπώσει κάτι ενδιαφέρον στις γωνίες, δίπλα στους κάδους απ’ όπου πετάγονται οι γάτες. Υιοθέτησε και μερικές από αυτές γιατί συνεννοούνταν καλύτερα μαζί τους.

Τα νέα παιδιά δεν άντεχε να τα κοιτάζει γιατί έβλεπε σ’ εκείνα μια ασθμαίνουσα γενιά. Δημιούργημα μιας θλιβερής γενιάς συνομιλήκων του. Ανυπαρξία φαντασίας, μουσική κενή από στίχους, πλαστικά σώματα και πρόσωπα και απουσία ονείρων. Είχε αποφασίσει κάποτε να γίνει καθηγητής. Φαίνεται πως κάτι προσπαθούσε να αλλάξει. Πλέον, του φαινόταν σχεδόν μάταιη κάθε προσπάθεια αλλαγής.

Εκείνο το απόγευμα έγινε κάτι που τον έκανε να χαμογελάσει. Ξαναθυμήθηκε ένα τραγούδι των 70’s που είχε ξεχάσει πόσο πολύ του άρεσε. Και το περίεργο ήταν ότι το είχε κοινοποιήσει ένα δεκαεπτάχρονο κορίτσι. Να και κάποιοι γονείς διαφορετικοί! Μήπως θα μπορούσε κι εκείνος να γίνει σαν αυτούς; Μήπως δεν ήταν άντρας τελικά, αλλά χρησιμοποιούσε το προσωπείο ενός άντρα για να εκφράσει καλύτερα αυτά που ήθελε; Ή μήπως όχι; Έβαλε το τραγούδι να παίξει στη λούπα και το μυαλό του σώπασε..

Κατερίνα Δημοπούλου

Leave a comment

Blog at WordPress.com.

Up ↑